30 Μαρτίου, 2008

Παππούς και Γιαγιά..

Κ όχι δεν μου κόλλησε το άσμα που παραδόξως δεν έχω καν ακούσει ποτέ αλλά ένα κείμενο αφιέρωση του Morfea για τον παππού του. Ζήλεψα από την μια κ από την άλλη πάντα ήθελα να γράψω δυο γραμμές για τους ανθρώπους που με έκαναν ότι είμαι σήμερα κ που ότι κ αν πετύχω ποτέ στη ζωή μου από το πιο μικρό μέχρι το πιο μεγάλο θα ναι δικό τους κατόρθωμα. Αναδιατυπώνω λοιπόν.. όχι "Παππούς και Γιαγιά", μα "Η οικογένεια μου"... Έστω ένα μέρος αυτής. Γιατί όπως όλα τα κλασσικά ελληνικά σόγια, οικογένεια με την ευρεία έννοια έχω πολύ μεγάλη.

Οι γονείς μου.Από που αλλού να αρχίσω λοιπόν,αν όχι από το σπίτι. Από τους ανθρώπους που με έφεραν στον κόσμο αυτό και με αυταπάρνηση και αγάπη μου έδωσαν τα πάντα. Κυριολεκτικά.Θυμάμαι δυσκολίες καθώς μεγάλωνα, θυμάμαι και καυγάδες και μαλώματα μα πιο πολύ θυμάμαι αγάπη, αγκαλιές, δώρα καρδιάς, στηρίγματα πραγματικά, αξίες, ζεστασιά. Θυμάμαι χατίρια, βόλτες, δάκρυα συγκίνησης. Θυμάμαι θυσίες δικές τους για να είμαι εγώ σήμερα εκεί που είμαι. Ο μπαμπάς μου (ζαχαροπλάστης τότε)έφτιαχνε τα καλύτερα γλυκά, μους σοκολάτας και κρουασάν. Η μαμά μου έκανε κοτσίδες τα μαλλιά για να είμαι όμορφη κ ας την πονούσε η πλάτη αφού ήταν ώρες σκυμμένη πάνω από το κεφάλι μου.Θυμάμαι τόσα κ άλλα τόσα κ πάνω απ΄ όλα παρακαλάω το Θεό να με αξιώσει μια μέρα να γίνω σαν κ αυτούς,κ αν ποτέ κάνω δικά μου παιδιά να τα μεγαλώσω όπως μεγάλωσαν εμένα η μαμά μου κ ο μπαμπάς μου.. Έτσι απλά γιατί τα λόγια πραγματικά δεν με φτάνουν.. Ακόμη και τώρα δεν μπορώ να μην τους βλέπω έστω κ μόνο τις γιορτές. Δεν μπορώ να διανοηθώ πως θα καταφέρω ποτέ να ζήσω μακριά τους και να μην τους βλέπω τόσο ώστε να τους χορτάσω.

Ο αδερφός μου. Κεφάλαιο από μόνος του. Περνάει εφηβεία τώρα. Έφυγα κ εγώ από το σπίτι και κάπου τον έχασα. Με πονάει αφόρητα αυτό. Ποτέ δεν το υπολόγισα όταν αβίαστα αποφάσιζα να φύγω μακριά από το σπίτι μου.Άμυαλες αποφάσεις.. Είμαστε ίδιοι μέσα μας, μα φαινόμαστε διαφορετικοί. Τον αγαπάω πάρα πολύ. Θυμάμαι τα παιχνίδια μας. Παίζαμε ώρες ατέλειωτες. Κάναμε όνειρα κοιτάζοντας τον ουρανό. Παίζαμε ανελέητο ξύλο και κάναμε απίστευτες κόντρες για το ποιος τρώει πιο γρήγορα παγωτό ή πιο πολλές φράουλες. Ότι κ αν γινόταν ήμασταν ομάδα,κ ακόμη είμαστε.Παίζουμε ακόμη ξύλο για να τρομάξουμε τη μάνα μας κ να σηκώσουμε στο πόδι τη γειτονιά, τον συμβουλεύω αν κ δεν μ΄ακούει. Κ όταν στεναχωριέμαι μ΄αγκαλιάζει χωρίς να μιλάει κ μου κουνάει το κεφάλι κάνοντας χαζομάρες για να γελάσω.

Ο παππούς και η γιαγιά μου. Το σπίτι τους ήταν για μένα κ τον αδερφό μου δεύτερο σπίτι μας. Μαζί με την αδερφή της γιαγιάς μου μας πρόσεχαν όλα τα παιδικά μας καλοκαίρια όταν οι γονείς μας δούλευαν κ εμείς ήμασταν μικροί για να μείνουμε μόνοι.Τότε δεν μου άρεσε το χωριό. Βαριόμουν. Όμως τώρα ξέρω πόσο τυχερή ήμουν. Θυμάμαι ζεστά και ξένοιαστα καλοκαίρια κοντά τους. Βόλτες, εξοχές, φρούτα. Με πήγαιναν στο περιβόλι μας κ έκοβα του κόσμου της λιχουδιές κ όλο ρωτούσα. Μου τα έδιναν όλα στο πιάτο χωρίς να ζητάνε τίποτα. Μου έλεγαν τα βράδια παραμύθια. Δεν τα θυμάμαι όλα μόνο ένα που μου λέγε ο παππούς μου. Ο γέρος και η γριά. Κόβω το λαιμό μου πως ήταν αυτοσχέδιο. Είχε πλάκα όμως. Με τον παππού μου είδα το πρώτο χιόνι. Με τη γιαγιά μου έκανα τις πρώτες μου και καλά δουλειές. Ακόμη και τώρα με στηρίζουν απίστευτα. Παππούς γιαγιά και θεία. Ακόμη και τώρα περιμένουν πως και πως να πάω για να μου φτιάξουν τα αγαπημένα μου φαγητά, να μ΄αγκαλιάσουν, να μου μιλήσουν.

Η γιαγιά και ο παππούς 2. Η μαμά του μπαμπά μου και ο μπαμπάς του. Χώρισαν όταν ήταν νέοι. Τον παππού μου λίγο τον ξέρω μα η γιαγιά μου μας στάθηκε πολύ, χωρίς πάντα να της το αναγνωρίζουμε σαν παιδιά. Εκείνη αναλάμβανε baby sitting τον καιρό που πηγαίναμε σχολείο κ η μαμά μας δούλευε. Μένοντας μακριά από το σπίτι της τα καλοκαίρια με το που έκλειναν τα σχολεία ήθελε να φύγουμε (για το χωριό) κ πάντα της το κρατάγαμε (δεν ήταν εύκολο να αποχωριστούμε τους γονείς μας όπως και να χει). Η γιαγιά μου αυτή μου έμαθε όλου του κόσμου τα παραμύθια κ όλου του κόσμου τα αινίγματα σε απεγνωσμένες προσπάθειες να με πείσει να πάω σχολείο ή να μην τσακώνομαι με τον αδερφό μου. Μου έμαθε να παίζω χαρτιά, προσπάθησε να με μάθει να πλέκω και νομίζω πως είναι η βασική υπεύθυνη για τη γνωριμία μου με το Θεό διαβάζοντας μου πάντα ιστορίες από ένα βιβλίο με ανθρώπους τίμιους και καλούς. Ακόμη με φροντίζει επίσης και μαζί με την προγιαγιά μου που κλαίει όταν ακούει εμένα κ τ΄αλλα της εγγόνια στο τηλέφωνο μας στηρίζουν επίσης πολύ.

Αν συνεχίσω θα γράφω όλο το βράδυ. Αναμνήσεις από θείους, θείες, ξαδέρφια και δε συμμαζεύεται που μου πρόσφεραν την πιο ζεστή οικογένεια που θα μπορούσε να ζητήσει κανείς. Όσο και να το θέλω δεν θα καταφέρω ποτέ να τους ευχαριστήσω για ότι έχουν κάνει για μένα.

Να είστε όλοι καλά, σας αγαπώ και σας σκέφτομαι πάντα..